Το έτος 1896 είναι γνωστό σε όλους μας ως η πρώτη χρονιά διεξαγωγής των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων, 1.504 χρόνια μετά τους τελευταίους αρχαίους αγώνες το 392 μ.Χ. και 1503 χρόνια μετά την κατάργηση τους από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Θεοδόσιο το 393 μ.Χ. Οι Αγώνες της Ολυμπιάδας, γνωστοί και ως Θερινοί Ολυμπιακοί, τελούνται κάθε τέσσερα χρόνια από το 1896 και μετά, με εξαίρεση τις χρονιές κατά τη διάρκεια των Παγκοσμίων πολέμων και του έτους 2020 λόγω της πανδημίας του Covid-19. Στο παρόν άρθρο όμως δεν θα ασχοληθούμε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες μετά το 1896 αλλά πριν το 1896. Αν απορείτε πως γίνεται αυτό, διαβάστε το άρθρο μας για να μάθετε την άγνωστη ιστορία των αγώνων αυτών αλλά και το όραμα ενός μεγάλου Έλληνα αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, επιχειρηματία, φιλανθρώπου και εθνικού ευεργέτη. Ακολουθεί η συναρπαστική και συνάμα άγνωστη ιστορία των Ολύμπιων Αγώνων ή αλλιώς Ζάππειων Ολυμπιάδων, του καταστήματος των Ολυμπίων (το Ζάππειο πριν το Ζάππειο) αλλά και του εμπνευστή και χρηματοδότη τους, Ευαγγελή Ζάππα.
Ο θεσμός των Ολυμπίων
Τα Ολύμπια ήταν σειρά αθλητικών διοργανώσεων που έλαβαν χώρα στην Αθήνα κατά τα έτη: 1859, 1870, 1875 και 1888-1889. Αυτές οι διοργανώσεις, που ονομάστηκαν έτσι από τον χρηματοδότη τους Ευαγγελή Ζάππα μερικές φορές αναφέρονται και ως Ζάππειες Ολυμπιάδες βάσει της ονομασίας των αρχαίων ολυμπιακών αγώνων. Υπήρξαν η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια στη σύγχρονη ιστορία για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, πριν την καθιέρωση των σύγχρονων Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων. Τα στοιχεία - σύνδεσμοι που κληροδοτήθηκαν στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, σε επίπεδο οργανωτικής πείρας καθώς και στην ιδεολογική και ψυχολογική προετοιμασία της κοινής γνώμης, είναι αρκετά για να καταδείξουν την οργανική μετεξέλιξη των Ολυμπίων, μέσω της δημιουργικής "προσαρμογής" στα νέα δεδομένα.
Ας δούμε όμως πως φτάσαμε στα Ολύμπια εξ αρχής.
Προσπάθειες για τη διοργάνωση καλλιτεχνικών εκθέσεων είχαν παραμείνει άκαρπες ήδη από την προ του 1860 περίοδο. Ο επιχειρηματίας Στέφανος Ξένος είχε δραστηριοποιηθεί για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Παγκόσμια Έκθεση του Λονδίνου το 1851 με τους γλύπτες Γ. και Λ. Φυτάλη και τον ξυλογλύπτη Α. Τριανταφύλλου. Πρότασή του ήταν η καθιέρωση ετήσιας καλλιτεχνικής και βιομηχανικής έκθεσης στο Λονδίνο με στήριξη των ομογενών. Ο Παναγιώτης Σούτσος, ο θεμελιωτής της σύγχρονης ελληνικής Ολυμπιακής ιδεολογίας και ο άνθρωπος, ο οποίος ενέπνευσε τον Ε. Ζάππα, υπήρξε ο ουσιαστικός εισηγητής της ίδρυσης των παράλληλων πολιτιστικών δρώμενων και των εκθέσεων, έχοντας μάλιστα ως πρότυπο την Α΄ Διεθνή Έκθεση του Λονδίνου (1851).
Την ίδια περίοδο ακούγονταν σποραδικές φωνές από διάφορους λογίους, σχετικά με την αναβίωση των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων και ιδεωδών. Ενώ στην Ελλάδα «ζυμώνεται» το θέμα της αναβίωσης αρχαίων τελετών και αγώνων ήδη από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, ο Ευαγγελής Ζάππας βρίσκεται στη Ρουμανία. Εκεί γεννιέται ο προβληματισμός του για τον τρόπο, με τον οποίο θα μπορούσαν να αναβιώσουν ανάλογοι θεσμοί, επιμένοντας, μάλιστα, να ονομάζονται «Ολυμπιακοί». Επιθυμία του Ζάππα ήταν να ενισχύσει την πατρίδα του, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη του το «έκαστος δέον τη πατρίδι χρήσιμος γενέσθαι και ουδέποτε άχθος αυτής».
Το 1856, ο Ευαγγελής Ζάππας, από τους πιο εύπορους εμπόρους της ελληνικής διασποράς στην Ρουμανία και γοητευμένος από την ιδέα της Ολυμπιακής αναβίωσης, γνωρίζοντας τις μη επιτυχημένες προσπάθειες του παρελθόντος, προχώρησε στη σύνταξη υπομνήματος για την καθιέρωση ενός θεσμού, ο οποίος θα βοηθούσε την Ελλάδα να ακολουθήσει τους ρυθμούς της βιομηχανικής επανάστασης. Αποφάσισε να στείλει επιστολή προς τον βασιλιά Όθωνα βάση της οποίας αναλάμβανε εξολοκλήρου την χρηματοδότηση της διοργάνωσης προσφέροντας 400 μερίσματα της Εθνικής Ατμοπλοΐας ώστε τα κέρδη να χρησιμοποιηθούν για την ίδρυση των Ολυμπιακών αγώνων, την Ολυμπιάδα και για τα βραβεία των νικητών των αγώνων.
Το υπόμνημα εστάλη στις αρχές του 1856 και διατύπωνε την πρόταση για διοργάνωση Αγώνων στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου 1857. Ο Ζάππας αναλάμβανε τα έξοδα αυτών, καθώς και την ανέγερση ενός Ολυμπιακού κτηρίου, όπου θα γινόταν η έκθεση των δειγμάτων της ελληνικής τέχνης και βιομηχανίας, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως μουσείο με αρχαιότητες για τους ξένους επισκέπτες. Έσπευσε επίσης να στείλει και 2.000 αυστριακά φλορίνια για τα έξοδα των Α΄ Ολυμπίων.
Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, Υπουργός Εξωτερικών τότε της ελληνικής κυβέρνησης, δήλωσε:
Ευχαρήστησα
τον Ζάππα για αυτή την έξοχη ιδέα, αλλά του ανέφερα επίσης ότι οι
καιροί έχουν αλλάξει από την αρχαιότητα. Σήμερα, τα έθνη δεν
διακρίνονται, έχοντας τους καλύτερους αθλητές και δρομείς, αλλά από τους
πρωτοπόρους της βιομηχανίας και της γεωργίας. Του πρότεινα αντ' αυτού
να χρηματοδοτήσει βιομηχανικούς Ολυμπιακούς Αγώνες.
Τελικά μετά από συνεννοήσεις μεταξύ του Ε. Ζάππα και του ποιητή Παναγιώτη Σούτσου, υπέρμαχου της ολυμπιακής αναβίωσης, σειρά άρθρων στον ελληνικό τύπο πυροδότησε δραστικές εξελίξεις.Τα επόμενα δύο χρόνια είχε τακτική επαφή με τον εκπρόσωπο της ελληνικής κυβέρνησης, τον υπουργό Εξωτερικών Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή, ο οποίος συνέτεινε και αυτός στην τελική διαμόρφωση του θεσμού.
Το θέμα της πρότασης του Ζάππα έγινε ευρέως γνωστό στο κοινό με αποτέλεσμα να γίνουν όλες οι απαραίτητες ενέργειες από το επίσημο κράτος και να υπογραφεί το βασιλικό διάταγμα της διοργάνωσης των Αγώνων, που αποφασίστηκε να πραγματοποιηθούν το 1859.
Η θεσμοθέτηση των Ολυμπίων το 1859, πάντως, θα υποχρέωνε την Πολιτεία να αντιμετωπίσει σε ουσιαστικότερη βάση το θέμα της διοργάνωσης καλλιτεχνικών εκθέσεων και θα σχετιζόταν με την ιδέα για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Τα πρώτα Ολύμπια (1859) ήταν κυρίως έκθεση βιομηχανίας και βιοτεχνίας με ελάχιστους συμμετέχοντας από τον χώρο των τεχνών, κυρίως γλύπτες. Εγκαινιάσθηκε σε ένα προσωρινό ξύλινο κτήριο, σχεδιασμένο από τoν Florimond Boulanger, ως προέκταση του Σχολείου της οδού Πειραιώς. Τα Β΄ (1870) και Γ΄ (1875) Ολύμπια αποτελούν κεντρικό σημείο αναφοράς στην εκθεσιακή δραστηριότητα της Αθήνας, δομημένα πάνω στα πρότυπα των Παγκόσμιων Εκθέσεων, με έντονη παρουσία του καλλιτεχνικού τμήματος και με διαγωνιστικό χαρακτήρα. Η έκθεση στεγάσθηκε στα δυτικά του σημερινού Ζαππείου, σε ένα επίσης ξύλινο αλλά εντυπωσιακά μεγάλο κτήριο, σχεδιασμένο επίσης από τον Boulanger, με αναφορές στην τυπολογία του Crystal-Palace. (περισσότερες λεπτομέρειες για το κτίριο παρακάτω). Εξίσου εντυπωσιακός ήταν και ο αριθμός των επισκεπτών: σε διάστημα δύο περίπου μηνών προσήλθαν σχεδόν τριάντα χιλιάδες άτομα προερχόμενα όχι μόνο από την Αθήνα αλλά από ολόκληρη την ελληνική επικράτεια και από πόλεις του εξωτερικού. Με την ευεργεσία του Ευ. Ζάππα, η Αθήνα μόλις είχε αποκτήσει τον πρώτο νέο, μεγάλο, δημόσιο εκθεσιακό της χώρο. Ακόμη και αυτός υπήρξε, πάντως, βραχύβιος.
Οι ανάγκες του λαού και η ρεαλιστική εκτίμηση της οικονομικής και της πολιτικής κατάστασης της χώρας οδηγούσαν τα βήματα των διοργανωτών των Ολυμπίων. Η αρχική τάση για την απόδοση μεγαλύτερης σημασίας στις εκθέσεις των προϊόντων υποχωρούσε σταδιακώς, ενώ καλλιεργούνταν, αργά αλλά σταθερά, οι άλλες παράμετροι, των πολιτιστικών και των αθλητικών δραστηριοτήτων. Εάν, λοιπόν, τα Α΄ Ολύμπια (1859) έγειραν προς την οικονομική ανάπτυξη, η δεύτερη διοργάνωση έδωσε το σύνθημα για την ανάπτυξη της εκπαίδευσης (1870). Τα Γ΄ Ολύμπια (1875) επηρεάστηκαν άμεσα από το ταραγμένο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδος εκείνης της εποχής. Με τη μεθοδική οργανωτική προετοιμασία της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων δομείται ένα ευρύ δίκτυο τοπικών κατά δήμους - Ολυμπιακών επιτροπών, που "διαχέουν" τον θεσμό σε όλες τις επαρχίες του κράτους αλλά και στο εξωτερικό. Ωστόσο, η επιτυχία των εκδηλώσεων είναι περιορισμένη, λόγω της απουσίας του βασιλιά από τα Γ΄ Ολύμπια. Οι ατέρμονες συζητήσεις, οι επαγγελματικοί ανταγωνισμοί και οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του Ζαππείου Μεγάρου δημιούργησαν ένα κενό 13 ετών μεταξύ των Γ΄ και των Δ΄ Ολυμπίων (1888-1889).
Η σύμπτωση της επετείου των 25 χρόνων της βασιλείας του Γεωργίου Α΄ στην Ελλάδα με τα τελευταία Ολύμπια, αν και επισκίασε τις εκδηλώσεις τους, συνέθεσε μια πρωτόγνωρη ατμόσφαιρα χαράς και ενθουσιασμού στην πρωτεύουσα. Σε αυτή συνέβαλε και η σπουδαιότερη έως τότε έκθεση έργων τέχνης, στο πλαίσιο των αγώνων πολιτισμού.
Με πρωτοβουλία του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων και έπειτα από αρκετά χρόνια που ο ανωτέρω θεσμός είχε αδρανήσει, κατά το χρονικό διάστημα 2016-2018 τελέστηκαν στο Ζάππειο Μέγαρο τα V Ολύμπια, αναβιώνοντας έτσι έναν πολύτιμο θεσμό.
Τα Α' Ολύμπια το 1859
Στις 15 Νοεμβρίου 1859 έλαβε χώρα η πρώτη προσπάθεια αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην νεότερη ιστορία. Καθώς οι εργασίες αναστήλωσης του Παναθηναϊκού σταδίου είχαν καθυστερήσει, οι αγώνες έλαβαν μέρος στην πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή πλατεία Ομονοίας). Βέβαια, παρόλο που οι αγώνες έφεραν τον τίτλο "Ολυμπιακοί", δεν υπήρξαν παγκόσμιας εμβέλειας διοργάνωση, ο χαρακτήρας τον αγώνων ήταν καθαρά εθνικός και οι αθλητές ήταν αποκλειστικά ελληνικής εθνικότητας, είτε υπήκοοι του ελληνικού κράτους είτε μέλη της ελληνικής διασποράς του εξωτερικού.
Καθώς εκείνη την εποχή ο αθλητισμός, ως φαινόμενο, δεν ήταν τμήμα της καθημερινότητας, η επιτροπή των Ολυμπιών δέχτηκε να συμμετάσχουν άτομα από διάφορες κοινωνικές τάξεις: εργάτες, αγρότες κτλ. Σύμφωνα με τον τύπο της εποχής συνέβησαν και διάφορα αξιοπερίεργα γεγονότα όπως: ένας αστυνομικός, που είχε αναλάβει την φύλαξη των αθλητικών χώρων, άφησε προσωρινά την θέση του για να συμμετάσχει ως αθλητής, όπως και ένας υποτιθέμενος τυφλός ζητιάνος ξαφνικά θεραπεύτηκε και έλαβε μέρος ως δρομέας.
Οι νικητές στα αγωνίσματα του 1859 ήταν:
- Στάδιο Βουποδών (δρόμος 192 μ.) : Δ. Αθανασίου εξ Ασπροποτάμου
- Δίαυλος (δρόμος 284μ.): Γ. Αρσένης εκ Τριπόλεως
- Δόλιχος (δρόμος 1354μ.): Πέτρος Βελισάριος εκ Σμύρνης
- Δισκοβολία εις ύψος: 1ος Κ. Χρήστου εξ Άργους, 2ος Κ. Βασιλάκης εξ Αθηνών
- Ακοντισμός: 1ος Κ. Χρήστου εξ Άργους, 2ος Ν. Μπακόπουλος εκ Σερρών
- Ακοντισμός ευθυβολίας: 1ος Κ. Χρήστου εξ Άργους, 2ος Ηλίας Κύπριος (Στρατιώτης)
- Άλμα απλό: Δ. Καραθανάσης
- Άλμα υπέρ τα εσκαμμένα: 1ος Μπενούκας εκ Σουλίου, 2ος Χ. Κεκκούκης εξ Ελευσίνος
Τα Β' Ολύμπια το 1870
Ο Ευαγγελής Ζάππας σχεδίαζε να χρηματοδοτεί σε μόνιμη βάση τις διοργανώσεις των Ολυμπίων, όμως πέθανε το 1865. Άφησε αμύθητη περιουσία τόσο για την κατασκευή μεγαλοπρεπών εγκαταστάσεων στην Αθήνα, όσο και για την κάλυψη οποιουδήποτε κόστους σχετικά με τις διοργανώσεις αυτές, ώστε να είναι εφικτή η ανά τετραετία πραγματοποίησή τους. Τον Ιούλιο του 1869 ανακοινώθηκε επίσημα η διοργάνωση των δεύτερων Ολυμπίων. Η αρμόδια επιτροπή που συστάθηκε για αυτό τον σκοπό κάλυψε όλα τα έξοδα των αθλητών που επρόκειτο να συμμετάσχουν. Οι αθλητές υποβλήθηκαν σε τρίμηνες προπονήσεις στο ανακαινισμένο τότε Παναθηναϊκό στάδιο.
Η διοργάνωση του 1870 εγκαινίασε επίσημα το Παναθηναϊκό (καλλιμάρμαρο) στάδιο, χωρητικότητας 30.000 θεατών. Όλα ήταν οργανωμένα στο έπακρο και οι αθλητές έφεραν ειδικές ομοιόχρωμες ενδυμασίες και σανδάλια. Στις 1 Νοεμβρίου κηρύχθηκε η επίσημη έναρξη των αγώνων. Όμως, λόγω αντίξοων καιρικών συνθηκών έπρεπε να αναβληθούν μέχρι τις 15 του μήνα. Περίπου 20.000 με 25.000 θεατές παρακολούθησαν 31 αθλητές σε ποικίλα αγωνίσματα. Ταυτόχρονα με τις αθλητικές δοκιμασίες είχε διοργανωθεί και διαγωνισμός σε εικαστικές τέχνες.
Οι νικητές των αγώνων κέρδισαν και χρηματικά βραβεία, ενώ στους τρεις πρώτους κάθε αγωνίσματος απονεμήθηκε κλάδος ελιάς. Κατά την απονομή ορχήστρα παιάνιζε τον ολυμπιακό ύμνο, ο οποίος είχε συντεθεί ειδικά για αυτό τον σκοπό. Οι κριτές ήταν κυρίως καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο βασιλιάς Γεώργιος Α' της Ελλάδας απένειμε τα μετάλλια στους νικητές ενώ ηχούσε ο ύμνος. Τα Ολύμπια του 1870 είχαν μεγάλη απήχηση στον κόσμο και ο τύπος της εποχής αφιέρωσε διθυραμβικές στήλες και αμέτρητους επαίνους λόγω της πολύ καλής οργάνωσής τους.
Οι νικητές στα αγωνίσματα του 1870 ήταν:
- Δίαυλος (δρόμος 384μ.): 1ος Ε. Σκορδαράς εξ Αθηνών, 2ος Γ. Ξυδέας εξ Αθηνών, 3ος Χατζηαναστάσης εκ Κρήτης
- Άλμα εις τριπλούν: 1ος Γ. Τσαντήλας εξ Ελευσίνος, 2ος Π. Σκουπόπουλος εκ Καρύστου, 3ος Δ. Πανταζίδης εκ Θεσσαλονίκης
- Άλμα απλούν υπέρ τα εσκαμμένα: 1ος Γ. Τσαντήλας εξ Ελευσίνος, 2ος Δ. Πανταζίδης εκ Θεσσαλονίκης, 3ος Ε. Σκορδαράς εξ Αθηνών
- Δισκοβολία: 1ος Σωτήριος Ιωάννου εκ Καλλιπόλεως, 2ος Π. Ντούρος εκ Μεσσηνίας, 3ος Ιωάννης Ψύχας εκ Κύμης
- Ακοντισμός επί σκοπόν: 1ος Σωτήριος Ιωάννου εκ Καλλιπόλεως, 2ος Π. Ντούρος εκ Μεσσηνίας, 3ος Ιωάννης Ψύχας εκ Κύμης
- Άλμα επί κοντώ: 1ος Κ. Καρδαμυλάκης εκ Κρήτης, 2ος Γ. Γαλίφος εκ Σίφνου, 3ος Δ. Κασσανδρής εκ Κεφαλληνίας
- Αναρρίχησης επί ιστόν: 1ος Θεοφάνης Τρούγκας εξ Αθηνών, 2ος Π. Καναρέλης εξ Άνδρου, 3ος Θ. Παπαγεωργίου εκ Γορτυνίας.
- Πάλη μεθ' αλινδύσεως: 1ος Κ. Καρδαμυλάκης εξ Κρήτης 2ος Κόκας εξ Αθηνών, 3ος Δ. Λυπητεράκης εξ Αθηνών
- Αναρρίχησης επί κάλω: 1ος Γ. Ακεστορίδης εκ Κωνσταντινουπόλεως, 2ος Ι. Βενετσανόπουλος εκ Κωνσταντινουπόλεως, 3ος Κ. Ντεφιζής εξ Άργους
- Διελκυστίνδα: 1ος Ιωάννης Ψύχας εκ Κύμης, 2ος Κ. Καρδαμυλάκης εκ Κρήτης, 3ος Δ. Λυπητεράκης εξ Αθηνών
Τα Γ' Ολύμπια το 1875
Η σχεδιασμός για τα Ολύμπια του 1875 ξεκίνησε από το 1871, ενώ το 1873 ανακοινώθηκε η κατασκευή του Ζαππείου Μεγάρου. Την ίδια χρονιά, κτίσθηκε εκ του κληροδοτήματός του η προ του Σταδίου γέφυρα του Ιλισσού. Τότε ισοπεδώθηκε πρόχειρα ο στίβος και στήθηκαν στο βάθος της σφενδόνης ξύλινες βαθμίδες για τους επισήμους.
Την διοργάνωση των τρίτων Ολύμπιων την ανέλαβε ο διευθυντής του Δημόσιου Γυμνασίου Αθηνών, Ιωάννης Φωκιανός. Ο Φωκιανός πίστευε ότι τα ιδανικά του αθλητισμού και της ευγενούς άμιλλας μπορούσαν να υιοθετηθούν μόνο από τις πιο εύπορες και θεωρητικά πιο πολιτισμένες και μορφωμένες κοινωνικές τάξεις. Για αυτό τον σκοπό αποκλείστηκαν όλοι οι υποψήφιοι αθλητές πέραν των φοιτητών Πανεπιστημίου. Οι αθλητές πέρασαν ένα στάδιο προπόνησης, έμπνευσης του ίδιου του Φωκιανού με την υποστήριξη Γερμανών συμβούλων, στο Δημόσιο Γυμνάσιο Αθηνών.
Οι αγώνες συνέπεσαν χρονικά με βιομηχανική έκθεση από 1.200 Έλληνες και 72 ξένους εκθέτες, την μεγαλύτερη ως τότε που είχε γνωρίσει το ελληνικό κράτος. Παρόλο όμως που έγιναν πυρετώδεις προετοιμασίες, η διοργάνωση δεν είχε την αναμενόμενη ανταπόκριση. Ο κόσμος που επιθυμούσε να παρευρεθεί στους αγώνες ήταν τόσος που δεν ήταν δυνατό να συγκεντρωθούν όλοι στο στάδιο. Ο τύπος έκρινε με αρνητικά σχόλια την διοργάνωση και ιδιαίτερα των αποκλεισμό αθλητών που ανήκαν στις εργατικές τάξεις. Ο ίδιος ο Φωκιανός απογοητευμένος από το τελικό αποτέλεσμα παραιτήθηκε. Όμως, οι καλλιτεχνικοί διαγωνισμοί που υπήρξαν μέρος των Ολύμπιων είχαν τεράστια επιτυχία: 25 συνθέτες μουσικής και 25 γλύπτες και ζωγράφοι τιμήθηκαν για την ποιότητα των έργων τους.
Οι νικητές στα αγωνίσματα του 1875 ήταν:
- Δρόμος ταχύτητος: 1ος Β. Τρίγκας εξ Αμφίσσης, 2ος Μ. Τζαβάρας εκ Λαρίσης, 3ος Σπυρίδων Μερκούρης εξ Ερμιονίδος.
- Άλμα επί κοντώ: 1ος Α. Πετσάλης εκ Πάργας, 2ος Ι. Σαμιώτης εκ Σάμου.
- Δισκοβολία: Ζ. Σαρόπουλος εκ Θεσσαλονίκης, 2ος Μ. Τζαβάρας εκ Λαρίσης, 3ος Ι. Γεωργόπουλος εκ Γορτυνίας.
- Ακοντισμός επί σκοπόν: 1ος Μ. Τζαβάρας εκ Λαρίσης.
- Ελευθέρα πάλη: 1ος Μ. Τζαβάρας εκ Λαρίσσης, 2ος Ι. Δεμερτζής εξ Αθηνών.
- Αναρρίχησης επί ιστού: 1ος Κ. Σούτσος εκ Ναυπλίου, 2ος Π. Ζαχαριάδης εξ Ισμαηλίας, 3ος Α. Πετσάλης εκ Πάργας.
- Ανάβασις επί κεκλιμένου ιστού: 1ος Α. Ιωαννίδης εξ Αθηνών, 2ος Κ. Μολακίδης εκ Σμύρνης, 3ος Ι. Σαμιώτης εκ Σάμου.
- Αναρρίχησης επί κάλω: 1ος Κ. Μολακίδης εκ Σμύρνης, 2ος Ν. Μίσσιος εξ Ιωαννίνων, 3ος Π. Ζαχαριάδης εξ Ισμαηλίας.
Τα Δ' Ολύμπια το 1888 - 1889
Μετά από μια μακρά περίοδο δικαστικού αγώνα μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και ορισμένων συγγενών του Ευαγγελή Ζάππα, για την τύχη της περιουσίας του, ο Κωνσταντίνος Ζάππας, εξάδελφός του ορίστηκε ο εκτελεστής και συνεχιστής του έργου του, σύμφωνα και με την διαθήκη του. Η ελληνική κυβέρνηση με χρηματικά ποσά του Ζάππα κατασκεύασε γυμναστήριο, το 1878. Το Ζάππειο μέγαρο εκείνη την εποχή βρίσκονταν υπό κατασκευή και τα εγκαίνιά του πραγματοποιήθηκαν στις 20 Οκτωβρίου 1888. Συνολικά τριάντα αθλητές αγωνίστηκαν σε διάφορα αθλήματα μεταξύ των οποίων: άρση βαρών και δισκοβολία.
Το 1890, με βασιλικό διάταγμα του διαδόχου τότε Κωνσταντίνου, ανακοινώθηκε ότι τα Ολύμπια θα διοργανώνονταν κάθε τέσσερα έτη. Η επόμενη Ολυμπιάδα ήταν να διοργανωθεί το 1892, όμως αυτό δεν έγινε ποτέ λόγω έλλειψης κεφαλαίων.
Το Παναθηναϊκό στάδιο που θα φιλοξενούσε το 1896 τους Α΄ Διεθνείς Ολυμπιακούς Αγώνες, που ξεκίνησαν με την πρωτοβουλία του Πιέρ ντε Κουμπερτέν, ήταν πλέον διεθνούς εμβέλειας.
Οι νικητές στα αγωνίσματα του 1888-89 ήταν:
- Δρόμος ταχύτητας: 1ος Ιωάννης Χ. Κρητικός εκ Πατρών (Ο μετέπειτα ιδρυτής του Παναχαϊκού Γυμναστικού Συνδέσμου το 1891 που το 1923 συγχωνεύθηκε με την Γυμναστική Εταιρεία Πατρών που είχε ιδρυθεί το 1894 για την δημιουργία της Παναχαϊκής), 2ος Χ. Χοντροδήμος, 3ος Δ. Τσικνής.
- Δισκοβολία δια δίσκου ξύλινου άνευ σιδηράς στεφάνης: 1ος Σπύρος Αρβανίτης εξ Αθηνών (ο μετέπειτα ιδρυτής του Πανεπιστημιακού γυμναστηρίου), 2ος Λάζαρος Μουσιού εκ Σπετσών, 3ος Γ. Τσεπετάκης εκ Κρήτης.
- Άλμα επί κοντώ: 1ος Σπύρος Αλφαρόπουλος, 2ος Ιωάννης Χ. Κρητικός εκ Πατρών, 3ος Δημήτριος Μελέκογλους.
- Άλμα υπέρ εφαλτήριον: 1ος Απόστολος Πικιός εκ Κορώνης, 2ος Χρήστος Μπρισιμιτζάκης εκ Κρήτης, 3ος Θ. Καρακώστας.
- Λιθοβολία με ακατέργαστο λιθάρι 10 οκάδων: 1ος Γ. Τσεπετάκης, 2ος Ιωάννης Οικονόμου εκ Καλαβρύτων, 3ος Απόστολος Πικιός εκ Κορώνης και Σ. Λορετζιάδης.
- Άρση βαρών δια της μιας χειρός: 1ος Α. Φιλαδελφεύς εξ Αθηνών.
- Άρση βαρών δια αμφοτέρων των χειρών: 1ος Λάζαρος Μουσιού εκ Σπετσών, 2ος Ι. Τσεπατανάκης.
- Ασκήσεις επί δίζυγου: 1ος Θεοφάνης Θεοδότου εκ Κύπρου (μετέπειτα Βουλευτής και ιδρυτής του Γυμναστικού Συλλόγου Παγκύπρια), 2ος Ι. Παινέσης εκ Κρήτης, 3ος Ν. Ρουσόπουλος εξ Αθηνών, Ιωάννης Οικονόμου εκ Καλαβρύτων, Δημήτριος Μελέκογλους και Κ. Αντωνιάδης εξ Αθηνών.
- Άλμα εις ύψος: 1ος Απόστολος Πικιός εκ Κορώνης, 2ος Ι. Σακελαρίδης, 3ος Σ. Λορετζιάδης και Κ. Αντωνιάδης εξ Αθηνών
- Αναρρίχησις επί ιστώ: 1ος Ι. Παινέσης εκ Κρήτης, 2ος Π. Θηβαίος, 3ος Θ. Καρακώστας.
- Αναρρίχησις επί κάλω: 1ος Α. Βερσής, 2ος Α. Φιλαδελφεύς εξ Αθηνών, 3ος Απόστολος Πικιός εκ Κορώνης.
Το κατάστημα των Ολυμπίων - Το Ζάππειο πριν το Ζάππειο
Ο Ευαγγελής Ζάππας υπήρξε οραματιστής, αλλά με τη διαθήκη του ανέδειξε την πραγματιστική πλευρά της σκέψης του. Συντάσσοντάς την τον Νοέμβριο του 1860, έναν μόλις χρόνο μετά τα Α΄ Ολύμπια, έδειξε ότι όχι μόνο είχε κατανοήσει την αναγκαιότητα των εμποροβιομηχανικών εκθέσεων, αλλά διατύπωσε και εμπεριστατωμένη άποψη για την προστασία και την αναβάθμισή τους.
Άκληρος και μοναχικός, ιδιότροπος αλλά νουνεχής, ο Ζάππας είχε πλήρη συναίσθηση του μεγέθους της πράξης του. Διορατικός και έμπειρος, οικονομικά ανεξάρτητος, οξύνους και φιλόπατρης, γνώριζε εκ των προτέρων, περισσότερο από όσους ενεπλάκησαν με τη χορηγία του, την εμβέλεια του θεσμού που καθιέρωνε. Γι' αυτό στη διαθήκη του φρόντισε να τονίσει ότι όχι μόνο οι συγγενείς του, αλλά και «πας Έλλην, χωρίς εξαίρεσιν, έχει το δικαίωμα να επαγρυπνήση εις την εκτέλεσιν των διατάξεων της παρούσης διαθήκης μου και τους εναντίους αυτής να τους υποχρεώση διά του νόμου προς αποζημίωσιν και αποκατάστασιν των ειρημένων διατάξεων».
Η βούληση του Ζάππα αποτυπώθηκε με σαφήνεια ιδιαίτερα στην εντολή που άφηνε στον εξάδελφό του Κωνσταντίνο: «Να κτίση το κατάστημα των Ολυμπίων μετά του σταδίου αυτού αξιοπρεπές και ευρύχωρον, κατά το σχέδιον όπου έχω στείλει του κ. Ραγκαβή». Σύμφωνα επίσης με τη διαθήκη, το λείψανο της κεφαλής του εθνικού ευεργέτη, «εγκλεισμένον εντός αργυράς θήκης εν σχήματι ναΐσκου», εντοιχίστηκε στον αριστερό τοίχo του κυκλικού σχήματος Περιστυλίου του Μεγάρου την ημέρα των εγκαινίων του (1888). Μια αναμνηστική πλάκα απομένει για να θυμίζει τον χώρο όπου βρίσκεται έως σήμερα η κεφαλή του Ευαγγελή Ζάππα.
Οι πρώτες σκέψεις σχετικά με την επιλογή του χώρου για την ανέγερση του μεγάρου των Ολυμπίων το τοποθετούσαν στην κορυφή του Παναθηναϊκού Σταδίου, από όπου «η Αυλή και οι Ελλανοδίκαι θα ηδύναντο από ευρέος εξώστου να επιβλέπωσι τους αγώνας και τας μυριάδας των περικαθημένων θεατών», αλλά τελικά επελέγη η θέση μεταξύ του Ολυμπιείου και των Ανακτόρων.
Το 1858 όμως κατασκευάστηκε ένα προσωρινό ξύλινο εκθεσιακό κέντρο, το Κτήριο ή Κατάστημα των Ολυμπίων, το οποίο κατεδαφίστηκε το 1887 λίγο πριν ολοκληρωθεί η κατασκευή του Ζαππείου Μεγάρου που όλοι ξέρουμε σήμερα. Λίγα είναι γνωστά για αυτό το κτήριο και ακόμα λιγότεροι αυτοί που γνωρίζουν σήμερα για την ύπαρξη του. Στο κτήριο αυτό όμως φιλοξενήθηκαν οι τρεις πρώτες εκθέσεις των Ολυμπίων, το 1859, το 1870 και το 1875. Δημιουργός των αρχικών σχεδίων του Ζαππείου και του προσωρινού Κτηρίου των Ολυμπίων ήταν ο Γάλλος αρχιτέκτων Φ. Μπουλανζέ. Το συμμετρικό, σταυροειδούς κατόψεως τρίκλιτο κτήριο είχε διαστάσεις 70x18m, εμβαδόν 1.400m2 και δαπάνη ανεγέρσεως 100.000 δρχ.
Ελάχιστες είναι οι φωτογραφίες εποχής του κτιρίου που σώζονται ενώ οι περισσότερες είναι φωτογραφίες της ευρύτερης περιοχής όπου τυχαίνει να φαίνεται και το συγκεκριμένο κτίριο.
Το κτίριο του Ζαππείου που όλοι ξέρουμε σήμερα
Tο κτήριο του Ζαππείου όπως αναφέραμε αρχικά χωροθετήθηκε πάνω από το αμφιθέατρο της σφενδόνης του Παναθηναϊκού Σταδίου με ευθύγραμμη πρόσοψη προς τον στίβο. Θα απλωνόταν δε προς τα πίσω σε ένα ημικυκλικό σώμα, χωρισμένο σε πολλές αίθουσες, από τις οποίες κάθε μία θα ανήκε σε μία ειδικότητα εκθεμάτων. Αργότερα θα ήταν δυνατό να κτίζονται γύρω από την πίσω όψη νέες περιφερειακές πτέρυγες με ενδιάμεσες αυλές. Μπροστά στο κτήριο θα υπήρχε μεγάλος εξώστης από τον οποίο θα παρακολουθούσαν οι επίσημοι τους αγώνες. Το 1859 όμως αποφασίστηκε να οικοδομηθεί εκεί όπου βρίσκεται και σήμερα. Έτσι, τα αρχικά σχέδια αναμορφώθηκαν ως προς τη νέα θέση από τους στρατιωτικούς αρχιτέκτονες Α. Μεταξά και Α. Θεοφιλά, χωρίς όμως να υλοποιηθούν λόγω της ταραγμένης πολιτικής περιόδου και του ξαφνικού θανάτου του Ε. Ζάππα (1865). Το 1869, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του Ε. Ζάππα, μετά την εκδήλωση ενδιαφέροντος από τον εκτελεστή της διαθήκης Κ. Ζάππα, η Ελληνική Κυβέρνηση του Γεωργίου Α' διέθεσε περίπου 80.000 τετραγωνικά μέτρα δημόσιας γης μεταξύ του ναού του Ολυμπίου Διός και του τότε Ανακτορικού Κήπου, λαμβάνοντας υπόψη και την επιθυμία του Ζάππα το κτήριο να ευρίσκεται κατά το δυνατόν εγγύτερα στο Στάδιο, προκειμένου να ανεγερθεί το μόνιμο κτήριο των εκθέσεων.
Ύστερα από καθυστερήσεις, στις 20 Ιανουαρίου 1874 κατατίθεται ο θεμέλιος λίθος του Μεγάρου. Κατά την έναρξη των εκσκαφών για την κατασκευή θεμελίων απεκαλύφθησαν τα ερείπια ενός ρωμαϊκού λουτρού με επιδαπέδιο μαρμάρινο ψηφιδωτό και σημαντικότατα κινητά ευρήματα, μεταξύ των οποίων και τα μαρμάρινα αγάλματα του Ασκληπιού και της Υγείας. Στο φόβο και άλλων σημαντικών αρχαιολογικών αποκαλύψεων που θα δυσχέραιναν το έργο διακόπηκε η ανασκαφική έρευνα και αποφασίστηκε μικρή μετατόπιση της χωροθέτησης του κτηρίου. Η ύπαρξη του νεκροταφείου των Διαμαρτυρόμενων στον χώρο που προοριζόταν για το Ζάππειο δεν αποτέλεσε εμπόδιο, καθώς εγκαταστάθηκε σε άλλη θέση.
Η ανοικοδόμηση άρχισε, όμως σταμάτησε στη βάση των παραθύρων. Το 1875 παραδόθηκε από τον εργολάβο Δέδε το πρώτο τμήμα της οικοδομής και κατασκευάσθηκε στο χώρο του Ζαππείου μικρό οίκημα για να στεγάζει τα γραφεία των οικοδομικών εργασιών.
Ενώ είχαν προχωρήσει οι εργασίες, το 1879 και ενώ είχε ήδη πεθάνει ο αρχικός μελετητής Μπουλανζέ, ο Κωνσταντίνος Ζάππας ανέθεσε στον Δανό αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν να μεταρρυθμίσει το σχέδιο που εφαρμοζόταν υπό την επίβλεψη του Ε. Τσίλλερ, έστω και με θυσίες σε βάρος του ήδη οικοδομηθέντος τμήματος. Ωστόσο, οι επαγγελματικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των γνωστότερων αρχιτεκτόνων της εποχής και οι υπόνοιες για σοβαρές οικονομικές καταχρήσεις οδήγησαν σε σοβαρές καθυστερήσεις και δύο φορές στη διακοπή των εργασιών. Όταν ο Χάνσεν ήταν στην Αθήνα, το 1885, του ζητήθηκε από την επιτροπή παρακολούθησης του έργου, να ελέγξει την κατασκευή και να υποβάλει σ’ αυτήν μια πραγματογνωμοσύνη.
Το ύψος της κατασκευής είχε φτάσει το στηθαίο της στέγης και ετοιμαζόταν η τοποθέτηση των μεταλλικών ζευκτών. Μία από τις βασικές αλλαγές που επέφερε ο Χάνσεν στο σχέδιο του Μπουλανζέ ήταν η μετατροπή της στεγασμένης με μεταλλική στέγη αίθουσας στο κέντρο του κτηρίου σε ανοικτό κυκλικό αίθριο με ιωνική κιονοστοιχία στο ισόγειο που ήταν κατά την κρίση του χρήσιμο σαν αίθουσα ψυχαγωγίας, προσαρμοσμένη στο ήπιο ελληνικό κλίμα, υποστυλώματα που καταλήγουν σε κεφαλές καρυάτιδων στον όροφο και ακροκέραμα στη στέψη. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο Χάνσεν «Επειδή ήμουν τις γνώμης ότι ήταν αδύνατον οι λεπτοί τοίχοι της υποδομής να παραλάβουν τα φορτία της μεταλλικής στέγης ,με ανοίγματα ζευκτών 27 μέτρων, έκανα την πρόταση να καταργηθεί η στέγη αυτή και να κατασκευαστεί μια ροτόντα που θα ανταποκρινόταν πολύ καλύτερα στους σκοπούς του κτηρίου και στο κλίμα της χώρας». Καταργούσε τα μακριά, στενά, προεξέχοντα θυρωρεία στην μπρος και πίσω πλευρά του κτιρίου και ένωνε όλες τις αίθουσες με το κυκλικό περιστύλιο, αφήνοντας ανέπαφα τα υπόλοιπα οικοδομήματα. Επίσης προστέθηκε στην είσοδο προθάλαμος στο πρόσθιο τμήμα με βεστιάριο και επίσης δημιουργήθηκαν δυο νέα τμήματα εκατέρωθεν της ημικυκλικής στεγασμένης στοάς (πέταλο) με δύο εγκάρσια τμήματα. Μια άλλη αλλαγή του Χάνσεν ήταν η αντικατάσταση των μεγάλων κλιμακοστασίων από μικρές περιστροφικές κλίμακες, δεδομένου ότι στον όροφο του κτιρίου υπήρχαν μόνο λίγα δωμάτια. Κατεδάφιζε την πρόσοψη που είχε γίνει με το παλιό σχέδιο και την έβγαζε όλη μαζί προς τα έξω, διαμορφώνοντας με τον τρόπο αυτό τα προπύλαια όπως κτίστηκαν κατόπιν. Στο κεντρικό τμήμα της όψης ο Χάνσεν πρόσθεσε ένα κορινθιακό πρόπυλο με οκτώ κίονες και με κιονόκρανα πιστά αντίγραφα των κιονόκρανων του χορηγικού μνημείου του Λυσικράτους. Για την τοιχοποιία χρησιμοποιήθηκαν σκληροί λίθοι από το Λυκαβηττό και τον Υμηττό και για το επίχρισμα άμμος θαλάσσης και βότσαλα. Για τα κρηπιδώματα μεταφέρθηκαν μάρμαρα από τον Κοκκιναρά, ενώ το αέτωμα ήταν ξύλινο με κεραμωτή στέγαση.
Η συνθετική ικανότητα του Χάνσεν απλοποίησε υποδειγματικά μια πομπώδη κατασκευή σε ένα λειτουργικό κτίριο εκθέσεων, καθιστώντας το ένα από τα καλύτερα δείγματα του αθηναϊκού νεοκλασικισμού. Η αρμονική ένταξη του στο φυσικό περιβάλλον, η εναλλαγή ανοικτών και κλειστών χώρων, η έμφαση στη μνημειακότητα του πρόπυλου, η συμμετρική σύνθεση των κτιριακών όγκων και η λειτουργική επέκταση των αιθουσών απέδωσε ένα διαχρονικό κτίριο εκθέσεων για την πόλη της Αθήνας. Η κατασκευή του κτιρίου τελικά ολοκληρώθηκε το 1888 με δαπάνη 2.000.000 δραχμών, καταλαμβάνοντας έκταση 6.500 τ.μ. Τα επίσημα εγκαίνια έγιναν με πανηγυρικό τρόπο την 20η Οκτωβρίου του 1888. Η αρχιτεκτονική του κτιρίου ακολουθεί τον νεοκλασικό ρυθμό, με πρόπυλο κορινθιακού ρυθμού. Το κτίριο σε συνδυασμό με την τρίτοξη λίθινη γέφυρα του Ιλισσού, η οποία είχε κατασκευασθεί, επίσης, με χορηγία του Ευαγγελή Ζάππα, και τους γύρω κήπους, αποτέλεσαν την εικόνα της Αθήνας στις αρχές του 20ού αιώνα.
Το Ζάππειο Μέγαρο μέχρι σήμερα το διαχειρίζεται η Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων (Ε.Ο. κ Κ.), που εδρεύει στο ίδιο το κτίριο.
__________________________________________________________________________________
Πηγές από διαδίκτυο:
1. https://www.zappeion.gr/
2. https://el.wikipedia.org/wiki/Ολύμπια_(19ος_αιώνας)
3. https://geomythiki.blogspot.com/2019/04/blog-post_24.html
4. https://el.wikipedia.org/wiki/Παναθηναϊκό_Στάδιο
5. https://el.wikipedia.org/wiki/Ευάγγελος_Ζάππας
6. https://www.flickr.com/photos/athens_greece/albums/72157701075236894/with/41274736434/
Πηγές από έντυπες εκδόσεις:
1. ΑΤΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ, ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ, ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΖΑΠΠΕΙΟΥ ΜΕΓΑΡΟΥ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΗΠΟΥ ΚΑΙ ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ ΑΠΕΙΚΟΝΗΣΗ ΜΕ ΧΡΗΣΗ AUTOCAD, Επιβλέποντες Καθηγητές : Σιορίκης Βασίλειος, Ελμαλής Ευθύμιος, Σπουδάστριες: Δημοπούλου Δήμητρα, Δρυμούση Σταυρούλα, Μπερδεμπέ Σταυρούλα
2. Ζάππειο 1888 – 1988, Επιτροπή Ολυμπίων και κληροδοτημάτων, Αθήνα 1988
3. Μπίρης Μ.& Καρδαμίτση – Αδάμη Μ., Νεοκλασική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Εκδόσεις «Μέλισσα», Αθήνα 2003
4. Μπίρης Κ., Αι Αθήναι από το 19ο στον 20ο αιώνα, Εκδόσεις «Μέλισσα», Αθήνα 1966
5. Αλέξανδρος Παπαγεωργίου – Βενέτας, Ο κήπος της Αμαλίας, Εκδόσεις «ΙΚΑΡΟΣ», Αθήνα 2008
6. Μαριλένα Κασσιμάτη, Αίθουσες Τέχνης στην Αθήνα του 19ου Αιώνα, ΔΟΜΕΣ 2019
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου