"Κυκλοβόρος ποταμὸς τῶν Ἀθηναίων" // Ποιος είναι ο Αριστοφανικός χείμαρρος των Αθηνών;

Ο χείμαρρος του Κυκλοβόρου είναι ένας από τους ελάχιστους χειμάρρους των Αθηνών που αναφέρονται σε αρχαίες και μεσαιωνικές πηγές με το όνομα του. Η ταύτιση του με κάποιον από τους χειμάρρους του κέντρου είναι προβληματική όμως και τον βλέπουμε για πρώτη φορά σε χάρτες του 19ου αιώνα να ταυτίζεται με τον χείμαρρο που κυλούσε νοτίως του Πεδίου του Άρεως. Ο ίδιος ο χείμαρρος ωστόσο αναφέρεται και ως Σκίρων σε κάποιους άλλους χάρτες, άλλο όνομα αρχαίου χειμάρρου που βρίσκουμε στις πηγές, γνωστό σήμερα και ως ρέμα του Αγίου Στυλιανού, από την ομώνυμη εκκλησία στην περιοχή του Γκύζη. Τελικά ποιος είναι ο Κυκλοβόρος; Είναι Κυκλοβόρος ή Κυκλόβορος; Υπάρχει σήμερα; Έχει νερά; Που είναι; Υπάρχουν φωτογραφίες του; Σε αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα προτίθεται να απαντήσει το συγκεκριμένο άρθρο μας. 

Οι χείμαρροι των Αθηνών 

Χείμαρρος καταρχήν είναι ένα ρέμα με εποχική ροή νερού, δηλαδή μη μόνιμη. Ένα ρέμα με μόνιμη ροή νερού ονομάζεται ποτάμι ως γνωστόν. Το Αθηναϊκό λεκανοπέδιο όπως γνωρίζουμε έχει πολλά ρέματα με χειμαρρική κατά βάση δράση, λόγω της γενικότερης υδρογεωλογικής κατάστασης του Αττικού τοπίου. Ακόμα και έτσι όμως σήμερα η Αθήνα έχει τρία ποτάμια (Κηφισός, Ιλισσός και Ηριδανός) με μόνιμη ροή όλο τον χρόνο. Εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Αθηναίων (βλέπε επόμενη εικόνα με τον χάρτη) κυλάνε όλα υπογείως δυστυχώς. Ανάμεσα σε αυτά τα τρία ονομαστά από την αρχαιότητα ποτάμια έχουμε και πλήθος χειμάρρων που καταλήγουν σε ένα από αυτά τα ποτάμια. Τρία είναι τα βασικότερα από βορρά προς νότο, που διατρέχουν το κέντρο. Το ρέμα Λεβίδη (Φωκίωνος Νέγρη), το ρέμα Ευελπίδων (Δικαστήρια) και το ρέμα του Αγίου Στυλιανού (Γκύζη). Επίσης υπάρχουν το ρέμα Λαμπρινής, το ρέμα Θερμίδας και φυσικά ο Ποδονίφτης στα βόρεια όρια του Δήμου, που διατρέχουν το Δήμο Αθηναίων αλλά δεν μας απασχολούν αυτή την στιγμή. Η προσοχή μας μένει στο ιστορικό κέντρο των Αθηνών.

 
Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για τα ρέματα του λεκανοπεδίου διαβάστε αυτό το άρθρο μας:
 

Κυκλοβόρος ποταμὸς τῶν Ἀθηναίων - Οι αρχαίες πηγές

Οι αρχαιότερες αναφορές όπου αναφέρεται ο Κυκλοβόρος είναι δυο κωμωδίες του Αριστοφάνη. Οι Ἀχαρνῆς και οι Ἱππεῖς . 

Η αναφορά του Αριστοφάνη στους Αχαρνείς

Οι Αχαρνείς (Ἀχαρνῆς στην Αττική διάλεκτο) είναι η τρίτη κωμωδία που γνωρίζουμε ότι έγραψε ο Αριστοφάνης (είχαν προηγηθεί οι Δαιταλείς το 427 και οι Βαβυλώνιοι το 426) και η αρχαιότερη που μας σώζεται ακέραια. Διδάχθηκε στα Λήναια του 425 π.Χ. Η πλοκή της κωμωδίας έχει ως εξής: Ένας Αθηναίος αγρότης, ο Δικαιόπολις, απηυδισμένος από τον πόλεμο και το συνεπακόλουθο γεγονός ότι είναι αναγκασμένος να μένει κλεισμένος μέσα στα τείχη της πόλης μακριά από τον αγροτικό του δήμο, είναι αποφασισμένος στην Εκκλησία του Δήμου να επιβάλει συζήτηση για την σύναψη συνθήκης ειρήνης με τη Σπάρτη. Στη συνέλευση ωστόσο παρελαύνουν καλοπληρωμένοι Αθηναίοι πρέσβεις που μόλις έχουν επιστρέψει από την Περσία και υπόσχονται ανύπαρκτη βοήθεια από τον μεγάλο βασιλιά και ο Θέωρος που σέρνει μαζί του έναν πεινασμένο μισθοφορικό στρατό από τη Θράκη· για την ειρήνη ούτε κουβέντα. Εξάλλου, κάποιος Αμφίθεος, που πρώτος-πρώτος είχε πάρει τον λόγο, υποσχόμενος ότι αν του παρασχεθούν τα αναγκαία εφόδια θα ταξιδέψει στη Σπάρτη και θα συνάψει συνθήκη ειρήνης για την πόλη, είχε εκδιωχθεί σκαιότατα. Αφού ο Δικαιόπολις διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει ελπίδα πραγματοποίησης της επιθυμίας του, καλεί, προτού τελειώσει η συνεδρίαση της Εκκλησίας του Δήμου τον Αμφίθεο και τον στέλνει στην Σπάρτη, προκειμένου αυτός να συνάψει ιδιωτική συνθήκη ειρήνης μόνο για τον Δικαιόπολη και την οικογένειά του. Ο Αμφίθεος επιστρέφει την στιγμή που κηρύσσεται το τέλος της Εκκλησίας, φέρνοντας στον Δικαιόπολη τρία «δείγματα ειρήνης». Οι Αχαρνείς (ο χορός) εξαγριώνονται και είναι έτοιμοι να τον σκοτώσουν, αλλά τον αφήνουν να εκθέσει τα επιχειρήματά του. Ο λόγος του Δικαιόπολη πείθει το ένα ημιχόριο. Ο άλλος μισός Χορός ακόμα εξαγριωμένος, αλλά σε δυσχερή πλέον θέση, καλεί σε βοήθεια τον στρατηγό Λάμαχο. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στον κωμικό ήρωα και τον στρατηγό καταλήγει στην ήττα του δεύτερου και στην μεταστροφή του δεύτερου ημιχορίου. Η κωμωδία τελειώνει με το Δικαιόπολη να έχει κερδίσει βραβείο οινοποσίας, ενώ ο Λάμαχος έχει τραυματιστεί σε μάχη με τον εχθρό.

Η αναφορά του Αριστοφάνη στους Ιππείς

Οι Ἱππεῖς είναι κωμωδία του Αριστοφάνη που διδάχτηκε το 424 π.Χ. στα Λήναια κερδίζοντας το πρώτο βραβείο. Το όνομά της προέρχεται από το χορό του έργου. Ο Αριστοφάνης άρχισε να συγγράφει τους Ἱππεῖς για να στηλιτεύσει έναν πολιτικό της εποχής, τον δηµαγωγό Κλέωνα, ο οποίος ήταν προσωπικός εχθρός του. Βρισκόμαστε στον έβδομο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου και ο Κλέωνας, ο οποίος είναι υπερασπιστής της συνέχισης του πολέμου, έχει ψηφιστεί στρατηγός των Αθηναίων. Στο έργο, ο Κλέωνας είναι ο Παφλαγόνας. Οι αντίπαλοί του προσπαθούν να τον αντικαταστήσουν με ένα αλλαντοπώλη τον οποίο και εκπαιδεύουν στη δημαγωγία ώστε να πείσει τους Αθηναίους για ειρήνη. Το σκεπτικό τους είναι ότι για να χτυπήσεις έναν φαύλο πολιτικό πρέπει να εφεύρεις έναν φαυλότερο, μια πρωτότυπη αν και ιδιαίτερα απαισιόδοξη άποψη. Ο πρώην αλλαντοπώλης τελικά αποδεικνύεται χαρισματικός δημαγωγός και υπερισχύει του Παφλαγόνα. Ο Αριστοφάνης με την κωμωδία αυτή πραγματεύεται τη φαυλότητα αυτών που ασκούν την εξουσία και πως αυτή οδηγεί μια χώρα, στην προκειμένη περίπτωση την Αθήνα του Πελοποννησιακού Πολέμου, στην καταστροφή. Οι καταστάσεις στις οποίες το έργο αναφέρεται έχουν διαχρονικό χαρακτήρα. Στο πρόσωπο του Κλέωνα μπορούμε να δούμε τον κάθε πολιτικό ηγέτη μιας χώρας ο οποίος ασκώντας ανεύθυνη διοίκηση την οδηγεί στην καταστροφή.

Ανάλυση των Αριστοφανικών αναφορών

Στην κωμωδία Ιππείς λοιπόν ο στίχος που μας ενδιαφέρει είναι ο 137 όπου αναφέρει ο μέγιστος κωμωδός: «Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων», ενώ στην κωμωδία Αχαρνείς ο στίχος που μας ενδιαφέρει είναι ο 351 όπου αναφέρεται η λέξη «κἀκυκλοβόρει».

Από τα σχόλια του ανώνυμου σχολιαστή στην έκδοση που σώζονται τα έργα του Αριστοφάνη, πληροφορούμαστε ότι ο Κυκλοβόρος ήταν χείμαρρος που έρεε εποχικά: «Κυκλοβόρος ποταμὸς τῶν Ἀθηναίων, οὐκ ἀεὶ οὐδὲ διὰ παντὸς ρέων, ἀλλὰ χειμάρρους». Όταν όμως έρεε, φαίνεται ότι έκανε αρκετό θόρυβο, από όπου και η έκφραση που προαναφέρθηκε, «αυτός που έχει φωνή Κυκλοβόρου».

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, που μας δίνει η ίδια πηγή, ο ποταμός είχε καταχωθεί («ὑπὸ Ἀθηναίων χωσθείς») και γύρω από την κοίτη του λειτουργούσε υπαίθρια αγορά. Σε αυτή την περίπτωση, η φωνή του Κυκλοβόρου ήταν ο θόρυβος αυτής της αγοράς. Ο «Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων» ήταν ο πολιτικός Κλέων. Στην πρώτη εκδοχή, η φράση μάλλον υπονοεί ότι ο Κλέων είχε βροντώδη φωνή. Στη δεύτερη εκδοχή, ότι πιθανότατα χρηματιζόταν από τους εμπόρους. Άλλωστε και το λεξικό των Liddell-Scott στο λήμμα Κυκλοβορέω αναφέρει: μέλ.-ήσω, βρυχώμαι σαν το χείμαρρο Κυκλόβορο. Δηλαδή φαίνεται ότι ο θόρυβος του χειμάρρου ήταν τόσο έντονος που οδήγησε τον Αριστοφάνη να το χρησιμοποιήσει σαν παρομοίωση ισχυρής έντασης, μια υπόθεση που μας θυμίζει την ιστορία της προέλευσης του ονόματος της Αθηναϊκής πηγής Μπουμπουνίστρας κατά την Οθωμανική περίοδο, όπου η πηγή ονομάστηκε έτσι από το μπουμπουνητό του νερού.

Η αναφορά του Φώτιου

Η επόμενη πηγή όπου εντοπίζουμε το όνομα του Κυκλοβόρου είναι ο Μέγας Φώτιος ή Άγιος Φώτιος (Κωνσταντινούπολη, 820 – 6 Φεβρουαρίου 893) ο οποίος διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από το 858 έως το 867 και από το 877 έως το 886, 1300 χρόνια σχεδόν μετά τον Αριστοφάνη. Στο έργο του Λέξεων Συναγωγή συμπεριέλαβε και την λέξη Κυκλοβόρος όπου αναφέρει: 

Κυκλόβορος: ποταμός της Αττικής

Ο Φώτιος αναφέρει τον Κυκλοβόρο με τον τόνο στο λό δηλαδή Κυκλόβορος, που είναι και η πρώτη και αρχαιότερη αναφορά της λέξης με αυτόν τον τονισμό. Στο ίδιο έργο αναφέρει τον Ιλισσό αλλά και τον Ηριδανό ως ποταμό καθώς και την θέση των πηγών του δεύτερου («Ποταμὸς ἐν τῇ Ἀττικῇ· οὗ αἱ πηγαὶ ἐντὸς τῶν Διοχάρους Πυλῶν»). Δεν αναφέρει όμως τον Κηφισό, που μάλλον τον άφησε εκτός λόγω της απόστασης του από την Αθήνα της εποχής του.

Τέλος στο λεξικό των Liddell-Scott αναφέρεται: Κυκλο-βόρος, -ου, ὁ (βι-βρώσκω)· Κυκλόβορος, χείμαρρος στην Αττική. Εδώ οι δύο λεξικογράφοι αναφέρουν τον Κυκλοβόρο και με τους δύο τονισμούς. 

Αυτές λοιπόν είναι οι αρχαίες γραπτές πηγές για τον Κυκλοβόρο. Δύο έργα του Αριστοφάνη, τα σχόλια του ανώνυμου σχολιαστή του Αριστοφάνη και ο Φώτιος. Αν και η ύπαρξη του τεκμηριώνεται από τις πηγές που αναφέραμε, η ταύτιση του με κάποιον από τους χειμάρρους των Αθηνών παραμένει προβληματική καθώς ο χείμαρρος δεν ταυτίζεται νωρίτερα του 19ου αιώνα σε κανέναν χάρτη, ή περιηγητικό κείμενο με κάποιο συγκεκριμένο ρέμα. Για πρώτη φορά βλέπουμε το όνομα σου σε χάρτη, στα μέσα του 19ου αιώνα. Πάμε όμως να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.




 

ΕΥΔΑΠ και Κυκλοβόρος

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΥΔΑΠ, ο Κυκλοβόρος ήταν από τα πρώτα ρέματα που καλύφθηκαν γύρω στο 1880, όπου κατασκευάστηκε ένας συλλεκτήριος παντορροϊκός αγωγός στην διεύθυνση των οδών Μάρνης, Καρόλου και Αχιλλέως. Ο συγκεκριμένος αγωγός ονομάστηκε «Μεγάλη Υπόνοµος Κυκλοβόρου» και το 1881 έγινε επέκταση του, µέσω της Λ.Αθηνών διοχετεύοντας τα λύματα της πόλης στο ρέµα του Προφήτου ∆ανιήλ.










 

Πλατεία Βάθης (και όχι Βάθη) και Κυκλοβόρος

Ένα τοπωνύμιο που συνδέεται με τον χείμαρρο είναι και η περιοχή Βάθεια, όπου σήμερα η περιοχή είναι γνωστή ως Πλατεία Βάθης, αν και η επίσημη ονομασία της πλατείας είναι Ανεξαρτησίας. Στην πλατεία αυτή συγκλίνουν οι οδοί Μάρνη, Μαιζώνος, Λιοσίων, Αχαρνών και Καματερού. Πήρε το όνομα Πλατεία Βάθης από τα άλλοτε λιμνάζοντα νερά του χείμαρρου Κυκλοβόρου, στο ύψος της σημερινής οδού Μάρνη επειδή στο σημείο εκείνο το έδαφος κάπως βάθαινε. Γράφει ο Κώστας Μπίρης στο Αι Τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών: «Βάθεια και μεταγενέστερα Βάθη: Παλαιά τοπωνυμία προκύψασα από το χαμήλωμα του εδάφους προς την κοίτη του Κυκλοβόρου εις το σημείο όπου εγίνετο η διάβασις του δρόμου του Μενιδιού. Μετά το πέρασμα του ρέματος ο δρόμος εχωρίζετο εις δύο κλάδους κατευθυνόμενους προς το Μενίδι και προς τα Λιόσια» (πρόκειται για τις σημερινές οδούς Αχαρνών και Λιοσίων που ξεκινούν από την πλατεία Βάθης).

Κυκλοβόρος και ρέμα Αγίου Στυλιανού

Η εν λόγω εκκλησία, που έδωσε το όνομα της και στο ρέμα της περιοχής το οποίο συνήθως ταυτίζεται με τον ιστορικό Κυκλοβόρο, θεμελιώθηκε το 1934, αλλά ολοκληρώθηκε το 1947 - 50, πάνω σε ένα μικρότερο ιδιωτικό ναΰδριο στην περιοχή, σε κτήμα ιδιοκτησίας Γεωργίου Φύτιζα, ο οποίος παραχώρησε την έκταση για την κατασκευή του νέου και μεγαλύτερου ναού.

Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα εργασία των κατηχητικών βαθμίδων των νεανικών συντροφιών της ενορίας της περιοχής παράχθηκε μια πολύ όμορφη τρισδιάστατη μακέτα με την περιοχή όπως ήταν τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Χαρακτηριστικές είναι οι μπλε γραμμές όπου δείχνουν τις κοίτες των χειμάρρων της περιοχής που κατέληγαν στην κεντρική κοίτη που επειδή πήγαζε από τα ριζά του λόφου που βρισκόταν ο Άγιος Στυλιανός, ονομάστηκε από τότε, ρέμα Αγίου Στυλιανού.


Κυκλοβόρος ή Κυκλόβορος; 

Όπως είδαμε έχουμε τρεις αρχαίες πηγές για τον Κυκλοβόρο όπου στις δυο αναφέρεται ως Κυκλοβόρος και στην μια ως Κυκλόβορος. Στον Αριστοφάνη δε χρησιμοποιείται η γενική πτώση κυκλοβόρου που είναι πιθανόν στην ονομαστική να είναι Κυκλόβορος. Επομένως κατα πάσα πιθανότητα το σωτό είναι Κυκλόβορος.

Υπόθεση Κυκλοβόρου: Ποιο ρέμα είναι τελικά;

Στην εξαιρετική έκδοση του οίκου Gutenberg με τίτλο ΑΤΤΙΚΗ ΚΩΜΩΔΙΑ - ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ στο κεφάλαιο με τίτλο Η τοπογραϕία της Αθήνας στο έργο του Αριστοϕάνη, μια εργασία του Αντώνη Μαστραπά, διαβάζουμε (οι επισημάνσεις δικές μας):

... η τοπογραϕία της Αθήνας όπως απαντά στον Αριστοϕάνη βρίσκει την επιβεβαίωσή της στα ανασκαϕικά δεδομένα, κάτι που καθιστά τον μεγάλο κωμικό πρώιμη αξιόπιστη μαρτυρία για την Αθήνα του πέμπτου αιώνα π.χ. εξετάζονται η ακρόπολη, η αγορά, η Πνύκα και ο Κεραμεικός, καθώς και τα μνημεία και τα αγάλματα που συνδέονται με τους χώρους αυτούς. Έτσι με την αριστοϕανική κωμωδία συμβαίνει το εξής παράδοξο: ενώ είναι προϊόν επινόησης, δεν είναι διόλου εξωπραγματική από τοπογραϕική τουλάχιστον άποψη. (σελ 22)

...Οι υποθέσεις των περισσότερων σωζόμενων κωμωδιών εκτυλίσσονταν στην πόλιν, στην ύπαιθρο και σε περιοχές του άστεως, περισσότερο ή λιγότερο γειτονικές στο διονυσιακό θέατρο. Οι πολίτες που παρακολουθούσαν τις παραστάσεις ενίοτε είχαν την δυνατότητα να βλέπουν από τις θέσεις τους τα σημεία εκείνα της πόλης, τα οποία αναϕέρονταν στο αριστοϕανικό κείμενο. Ο ‘δραματικός’ χώρος, δηλαδή ο χώρος που υποβάλλεται από το δραματικό κείμενο ως τόπος δράσης, απηχεί την εικόνα της Αθήνας του Αριστοϕάνη, εϕόσον στις περισσότερες κωμωδίες ο ‘δραματικός’ χώρος ταυτίζεται με την πόλη ή επιμέρους περιοχές της. (σελ 593)

...Προϋπόθεση για την κατανόηση της αθηναϊκής τοπογραϕίας αποτελεί ο γεωγραϕικός προσδιορισμός τῆς πόλεως των Αθηνών, την οποία συγκροτούσαν χωροταξικά το ἄστυ και η ὕπαιθρος χώρα. Γεωγραϕικά το κράτος της αρχαίας Αθήνας ταυτιζόταν περίπου με την τριγωνική χερσόνησο της Αττικής, εξαιρουμένου του νοτιοδυτικού τμήματος, το οποίο αποτελούσε την ανεξάρτητη πόλη-κράτος των Μεγάρων. (σελ 594)

...Την εποχή του Αριστοϕάνη η Αθήνα διέθετε και άλλη οχύρωση, τα Μακρά Τείχη, τα οποία ένωναν το άστυ με το επίνειό του, τον Πειραιά. Έξω από το τείχος και σε σχέση με τις πύλες του οργανώθηκαν οι νεκροπόλεις. Στην βορειοδυτική πλευρά του τείχους, στην περιοχή του Κεραμεικού, ανοίγονταν οι δύο σημαντικότερες πύλες του τείχους: οι Θριάσιαι πῦλαι (δίπυλο) και η ῾Ιερὰ πύλη. Στην περιοχή έξω από το δίπυλο οργανώθηκε το Δημόσιον Σῆμα, δηλαδή το δημόσιο νεκροταϕείο, όπου θάβονταν τα τιμώμενα από την πόλη πρόσωπα, ενώ έξω από την Ἱερὰν πύλη η περιοχή χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή οικογενειακών ιδιωτικών τάϕων. Έξω από τα τείχη εκτεινόταν η ὕπαιθρος χώρα, με τα γυμνάσια, τους δήμους της, τους αγροτικούς οικισμούς και τις καλλιεργήσιμες περιοχές. Τον πυρήνα του αθηναϊκού κράτους αποτελούσε το άστυ, πολιτικό και διοικητικό κέντρο, το οποίο οργανώθηκε με σημείο αναϕοράς τον βραχώδη λόϕο της Ακροπόλεως. (σελ 595)

...Τα πρόσωπα ενός έργου μπορεί να δρουν αρχικά σε ένα σημείο της πόλης και κατόπιν σε διαφορετικό. η υπόθεση των Αχαρνέων (425 π.Χ.) εκτυλίσσεται στην Πνύκα, αλλά και μπροστά από τις οικίες πολιτών, ενώ η Πνύκα αποτελεί και τον ‘δραματικό’ χώρο των Ἱππέων (424 π.Χ.). (σελ 597)

...Τους χρόνους κατά τους οποίους παίχτηκαν οι κωμωδίες του Αριστοϕάνη είχαν οικοδομηθεί ήδη πάνω στην Ακρόπολη ο Παρθενώνας και τα Προπύλαια, ενώ την περίοδο αυτή με διακοπές, λόγω του πολέμου, ανεγέρθηκαν ο ναός της Αθηνάς Νίκης και το Ερεχθείον. (σελ 599)

Το γενικό συμπέρασμα λοιπόν από την εργασία του κ. Μαστραπά είναι ότι ο χώρος που διαδραματίζονται οι Αριστοφανικές κωμωδίες είναι το Άστυ και η πέριξ αυτού χώροι. Ειδικά για τις κωμωδίες που μας απασχολούν (Αχαρνείς και Ιππείς) εκτυλίσσονται στην περιοχή της Πνύκας.

Αν μείνουμε πιστοί τώρα στις αρχαίες πηγές έχουμε τρεις πληροφορίες για τον χείμαρρο.

1. την ετυμολογία του ίδιου του ονόματος του,
2. την εκκωφαντική και παροιμιώδη ορμή των νερών του και
3. την πιθανότητα να είχε σκεπαστεί και να λειτουργούσε αγορά πάνω του.

Όσον αφορά το 1 για την ετυμολογία της λέξεως έχουμε:  
 
κύκλος + βόρος, από το βιβρώσκω = τρώγω (πρβλ. σαρκο-βόρος, χρονο-βόρος)

Άρα καταλαβαίνουμε ότι το όνομα του προκύπτει από το ότι κάτι "τρώει", κάτι κυκλώνει ή συνδυαστικά κάτι τρώει κυκλικά. 
 
Όσον αφορά το 2 η ορμή των νερών είναι εκκωφαντική κάτι που συμβαίνει σε όλους σχεδόν τους χειμάρρους. Για να αποκτήσει όμως παροιμιώδη έκφραση σημαίνει δυο πράγματα:

1. ότι ο θόρυβος ξεχώριζε, γεγονός που από την εμπειρία μας σημαίνει μεγάλη ταχύτητα νερού και
2. ότι ο θόρυβος αυτός ήταν γνωστός στην πλειοψηφία των Αθηναίων

Αναφέραμε ήδη την περίπτωση της πηγής της Μπουμπουνίστρας όπου παρόμοιο φαινόμενο (μπουμπουνητό νερών) έδωσε το όνομα στην πηγή. Άλλη περίπτωση ήταν ο θόρυβος των νερών του Αγίου Φιλίππου (υπόγεια δεξαμενή). Για να εντοπίσουμε άλλο ρέμα πέρα από τον Ηριδανό του Λυκαβηττού, θα πρέπει να πάμε πλέον στους πρόποδες των Τουρκοβουνίων, του Στρέφη ή του Λυκαβηττού. Η υπόθεση του Κυκλοβόρου ότι είναι το ρέμα της οδού Μάρνης θα πρέπει να μας προβληματίσει καθώς η απόσταση της Αριστοφανικής Αθήνας από την περιοχή είναι περίπου 1,5 χιλιόμετρο. Κάτι τόσο παροιμιώδες θα πρέπει να ήταν κοντά στην καθημερινότητα του λαού των Αθηνών, να έχει δηλαδή ο μέσος Αθηναίος, προσωπική εμπειρία τόσο οπτική όσοκαι ηχητική του φαινομένου.
 
Όσον αφορά το 3 υποδηλώνεται ξεκάθαρα η λειτουργία μιας αγοράς κάτι που είναι τελείως προβληματικό στην περίπτωση του ρέματος της οδού Μάρνης, καθότι στο σημερινό Πεδίο του Άρεως και στην οδό Μάρνης όχι μόνο δεν λειτούργησε ποτέ αγορά, πόσο μάλιστα θορυβώδης, αλλά ούτε καν πόλη. Ανέκαθεν μέχρι τον 19ο αιώνα οι περιοχές ήταν χωράφια. 
 
Οι συνθήκες λοιπόν που έχουμε από τις πηγές, αν αγνοήσουμε τους χάρτες του 19ου αιώνα, μας υποδεικνύουν ένα ποτάμι ή ένα κανάλι νερού κοντά στην Αρχαία Αγορά, που κάνει θόρυβο και κυκλώνει κάτι, πιθανώς την ίδια την αγορά. Μια τέτοια θέση είτε ο Ηριδανός μπορεί να έχει είτε ο Κεντρικός Αποχετευτικός Αγωγός (ΚΑΑ) ή αλλιώς Μεγάλος Αγωγός (Great Drain), που ώ τι ειρωνεία, ακόμα και σήμερα ο νυν Κυκλοβόρος πάλι εξυπηρετεί το παντορροϊκό δίκτυο της πόλεως των Αθηνών.

Αυτό που υποθέτουμε, με αρκετή επιφύλαξη πάντως, είναι ότι ο Κυκλοβόρος μπορεί κάλλιστα να είναι ο Ηριδανός, ή ένα παρατσούκλι του Ηριδανού ή απλά το όνομα που έδωσαν στον ΚΑΑ οι αρχαίοι Αθηναίοι. Θα μπορούσε όμως ο Αριστοφάνης να μπερδέψει αυτά τα δυο ποτάμια; Ηριδανό και Κυκλοβόρο; Μάλλον όχι, άρα καταλήγουμε στην υπόθεση ότι ο Αριστοφανικός Κυκλοβόρος είναι ο Ηριδανός του Λυκαβηττού. Έντονος, κυκλώνει την αγορά, χωσθείς υπό των Αθηναίων και θορυβώδης μέχρι σήμερα!

Με βάση αυτή την υπόθεση μπορούμε να δώσουμε και ένα νέο νόημα στην παρομοίωση του Αριστοφάνη, ότι ο λόγος του Κλέωνα είναι όχι μόνο θορυβώδης αλλά και τιποτένιος, όπως τα απόβλητα της πόλης, που την εποχή του Αριστοφάνη ήδη κυλούσαν στον Ηριδανό.

Όσον αφορά για το όνομα του Ηριδανού οι περισσότερες αρχαίες πηγές αναφέρονται κυρίως στον Ηριδανό των υπερβορείων, ενώ όσες αναφέρονται στον Αττικό Ηριδανό αναφέρονται σε αυτόν ως παραπόταμο του Ιλισσού (Πλάτωνας, Στράβωνας. Παυσανίας) που λύνει και την παρεξήγηση για τον Ηριδανό της Καισαριανής, τον κλάδο δηλαδή του Ιλισσού που πηγάζει από την Καλοπούλα και την Μονή Καισαριανής.

Η έρευνα λοιπόν συνεχίζεται.



___________________________________________________________________________________

 Έρευνα: 

Θεοδοσόπουλος Δημήτρης, Αγρονόμος - Τοπογράφος Μηχανικός Ε.Μ.Π.

Πηγές:

1. Ευάγγελος Χεκίμογλου, Υδάτινη Ιστοριογραφία: Χρονικό της διαχείρισης του νερού στην αττική γη, ΕΥΔΑΠ, 2014

2. https://geomythiki.blogspot.com/2017/06/blog-post_18.html

3. https://issuu.com/76120/docs/istoria_ag.stylianoy_gkyzi

4. ΑΤΤΙΚΗ ΚΩΜΩΔΙΑ, ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ, Άρθρο του Αντώνιου Μαστραπά με τίτλο: Η ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ, Gutenberg 2011


Σχόλια